Κάλη Καρατζά - Τα πικρά βοτάνια έσταξαν δηλητήριο μέσα στο παλιό αρχοντικό. Οι γκρίζες σκιές του χθες ρούφηξαν το μέλι της ζωής και τρύπησαν τα σωθικά τους με το κεντρί του μίσους. Αυτός που στοίχειωσε τους τοίχους και πλάνεψε καρδιές ήρθε και τα άλλαξε όλα… για τη Βασιλική, για το κορίτσι με τα σμαραγδένια μάτια. Κι έφυγε για μακρινό ταξίδι να κάνει το όνειρό της αληθινό. Ο όρκος του Ιπποκράτη έγινε σκοπός ζωής. Θυσίασε δικά της κομμάτια να μη φανούν, να μη μιλήσουν… ώσπου τα βήματά της έφτασαν πέρα στην Αφρική. Eκεί όπου γνώρισε το μεγάλο έρωτα. Eκεί όπου απάλυνε τον πόνο. Κι όταν ο χρόνος σταμάτησε το παραμύθι που την τύλιξε, θέλησε να ξεβάψει τα μελανά σημάδια που συννέφιαζαν για πάντα τα μάτια εκείνων των γυναικών. Σιωπές… Γυναίκες που έσερναν χρόνια την ύπαρξή τους ανάμεσα στους κανόνες της αξιοπρέπειας και στην απειλή του φόβου. Ήταν η υπόσχεση για τη φίλη της, ήταν καθήκον για αυτά που πέρασε η ίδια. Όπως έβλεπες τη σπουδαία γιατρίνα να στέκει εκείνη τη μέρα της γιορτής πάνω στην εξέδρα, ψηλή σαν λυγαριά με τα μαλλιά της να γκριζάρουν στο φως του δειλινού, μέσα στο άσπρο λιτό της ρούχο, ήταν μια άλλη ξεχωριστή γυναίκα από εμάς…