Νίκος Μητούσης - Η Μηλίτσα, ένα όνειρο με μπλε ποδιά και μαλλιά χρυσαφένια. Ένα χαμόγελο σαν το ουράνιο τόξο. Μια μεγάλη καρδιά σαν τα μυστικά αραξοβόλια. Ένα θρόισμα φθινοπωριάτικο στο πίσω σοκάκι με τα δέντρα που φυλλορροούσαν. Ένα τραγούδι που ακουγόταν από ένα παράθυρο ανοιχτό. Η Μηλίτσα, γεμάτη νιάτα και ιδέες, η Μηλιά που περίμενε να πάρει τη σκυτάλη, να βγει ορθόπλωρη στη ζωή, η Λιάνα που ταξίδευε με τις άλλες δύο σαν αποσκευές στη θύμησή της… Μια γυναίκα μόνη ταξιδεύει με το τρένο μια βροχερή νύχτα. Ένα ταξίδι απρόσμενο. Μια απόφαση χωρίς σκέψη. Μια διαδρομή ανάμεσα στο τότε και το τώρα, χωρίς διακριτές γραμμές, χωρίς συνοχή, χωρίς σειρά. Ένα τρένο να τρέχει μπροστά και μια γυναίκα να ταξιδεύει προς τα πίσω, να γίνεται κορίτσι, γυναίκα, μάνα, ερωμένη, να τα ζει όλα ξανά από την αρχή. Πού θέλει να πάει; Πού θέλει να φτάσει; Η μεγαλύτερη απόσταση που έχει να διανύσει είναι από τη μνήμη στην καρδιά... Θα ’χει τη δύναμη να παλέψει με τα κύματα που της υψώνει το παρελθόν; Αυτή η πάλη με τα κύματα, το έργο της ζωής της. Κύματα και βράχια κοφτερά και ύφαλοι ύπουλοι κι αέρηδες μανιασμένοι, κι αυτή σκαρί που δεν αλλάζει ρότα, πλησίστια να πλέει κατάντικρυ στον κυκλώνα. Ήταν, λοιπόν, η Μηλίτσα, ζωγραφιά που ξέβαψε; Όχι. Υπόσχεση που ξεχάστηκε; Και πάλι όχι. Μια διαδρομή στον χρόνο, μια ανάπαυλα, μια ανάσα και πάλι συνέχεια. Αυτό ήταν η Μηλιά, μια κίνηση αέναη, μια αύρα, ένας καπνός από τσιγάρο…